Η εκπόνηση και δημοσίευση μιας επιστημονικής μελέτης, προϋποθέτουν, καταρχήν πρωτοποριακή ιδέα, και την βαθειά και πλήρη γνώση της βιβλιογραφίας, την ενημέρωση για τις σύγχρονες εξελίξεις, τη διατήρηση μιας λεπτομερούς βάσης κλινικών δεδομένων, και την εφαρμογή της Ιατρικής βασισμένης σε αποδείξεις (evidence-based medicine). Η δημοσίευση σε αναγνωρισμένα επιστημονικά περιοδικά σημαίνει ότι η μελέτη και η επιστημονική τεκμηρίωσή της έχουν υποβληθεί επιτυχώς σε ενδελεχή έλεγχο και αποδοχή από επιστήμονες παγκοσμίου κύρους με μεγάλη εξειδίκευση στο συγκεκριμένο αντικείμενο.
Η επιστημονική ομάδα της «Ευγονίας», με επικεφαλής τον Δρ Λαϊνά, αριθμούν ήδη μια εκτενή σειρά δημοσιευμένων άρθρων σε έγκριτα επιστημονικά περιοδικά εξειδικευμένα στην Ανθρώπινη Αναπαραγωγή και Εξωσωματική Γονιμοποίηση. Το αποτέλεσμα, εκτός από τη διεθνή αναγνώριση, είναι η αύξηση των ποσοστών κύησης, η μείωση των επιπλοκών και τελικά το όφελος για τα ζευγάρια που μας εμπιστεύονται.
Η εξωσωματική γονιμοποίηση μπορεί να αυξήσει σημαντικά την πιθανότητα εγκυμοσύνης σε γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας που δεν μπορούν να τεκνοποιήσουν φυσιολογικά. Στην Ευγονία το ποσοστό κύησης για γυναίκες άνω των 40 ετών είναι 28%, το οποίο είναι παρόλα αυτά χαμηλότερο σε σχέση με νεότερες γυναίκες που υποβάλλονται σε εξωσωματική. Όμως, η αλήθεια είναι ότι οι γυναίκες αυτές δεν έχουν την πολυτέλεια αναμονής ή χρονοδιαγράμματος, και πρέπει να υποβάλλονται σε εξωσωματική γονιμοποίηση το συντομότερο δυνατόν.
Είναι γνωστό ότι η μέγιστη γονιμότητα στη γυναίκα προσδιορίζεται στην ηλικία των 24 ετών (ποσοστό γονιμότητας 86%), ενώ το αντίστοιχο ποσοστό σε γυναίκες 25-30 ετών είναι περίπου 78%. Σε ηλικία 30-34 ετών η γονιμότητα αρχίζει να μειώνεται (63%) και μετά το 35ο έτος ηλικίας η μείωση είναι αισθητή (52%). Η φυσική σύλληψη είναι σπανιότατη μετά την ηλικία των 45 ετών (λιγότερο από 0,1%) κυρίως λόγω αύξησης των χρωμοσωματικών ανωμαλιών των ωαρίων
Δείτε περισσότερα εδώ.
Σε καμία περίπτωση. Υπολογίζεται ότι στα μισά περίπου ζευγάρια με υπογονιμότητα, η αιτία συνδέεται με τον ανδρικό παράγοντα (είτε αποκλειστικά είτε σε συνδυασμό με το γυναικείο παράγοντα).
Τα παιδιά που προέρχονται από εξωσωματική γονιμοποίηση είναι το ίδιο υγιή και φυσιολογικά, όσο και τα παιδιά από φυσική σύλληψη. Όπως δείχνουν μεγάλες επιδημιολογικές μελέτες, δεν παρουσιάζουν αύξηση του ποσοστού των συγγενών και χρωμοσωματικών ανωμαλιών.
Απόδειξη είναι ότι έχουν γεννηθεί, μέχρι σήμερα περισσότερα από 5.000.000 παιδιά από εξωσωματική γονιμοποίηση παγκοσμίως, ορισμένα μάλιστα από αυτά έχουν ήδη τεκνοποιήσει φυσιολογικά.
Σε χιλιάδες παιδιά που έχουν μελετηθεί προσεκτικά, δεν έχει παρατηρηθεί καμιά αλλοίωση ή βλάβη που να οφείλεται στη μεθοδολογία. Το ποσοστό των αποβολών και των παλίνδρομων κυήσεων είναι παρόμοιο με το αντίστοιχο ποσοστό από φυσική σύλληψη. Οι λιγοστές παρενέργειες της εξωσωματικής γονιμοποίησης κατά κανόνα αφορούν τη μητέρα και όχι το έμβρυο.
Οι μέθοδοι υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και τα προγράμματα εξωσωματικής γονιμοποίησης συνοδεύονται από αυξημένα ποσοστά πολυδύμων κυήσεων.
Συνήθως, οι δίδυμες κυήσεις δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα, υπό την προϋπόθεση ότι η παρακολούθηση γίνεται με αυξημένη εγρήγορση και φροντίδα. Στις τρίδυμες, τετράδυμες κ.λπ. κυήσεις τα προβλήματα είναι πιο συχνά και πιο δύσκολα. Αφορούν και την υγεία της μητέρας και την πιθανότητα πρώιμων και πρόωρων τοκετών. Οι πρώιμοι και πρόωροι τοκετοί αποτελούν τη σοβαρότερη αιτία περιγεννητικής νοσηρότητας και θνησιμότητας των εμβρύων και έχουν σχέση με τον αριθμό των κυοφορούμενων εμβρύων.
Για τους παραπάνω λόγους, είναι καλό να περιορίζεται όσο το δυνατόν περισσότερο ο αριθμός των εμβρύων που μεταφέρονται στη μητρική κοιλότητα. Εάν, παρά τις προφυλάξεις αυτές, σημειωθεί ανεπιθύμητη πολύδυμη κύηση, υπάρχει η λύση της μείωσης του αριθμού των εμβρύων, αλλά η διαδικασία αυτή εγείρει μεγάλα δεοντολογικά και ηθικά θέματα, καθώς επίσης μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την επιβίωση των εναπομεινάντων εμβρύων.
Δείτε περισσότερα εδώ.
Η πρακτική συλλογή κατεψυγμένων εμβρύων από φυσικούς κύκλους αυτή δοκιμάστηκε στο παρελθόν στη Μονάδα μας αλλά δεν απέφερε τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Έτσι δεν την προτείνουμε πλέον ως λύση. Συνήθως αυτή η μέθοδος εφαρμόζεται σε γυναίκες με πτωχή απόκριση των ωοθηκών και/ή μεγάλη ηλικία, με την πεποίθηση ότι έτσι αυξάνονται τα ποσοστά κύησης, τα οποία στις γυναίκες αυτές είναι, ούτως ή άλλως, πολύ χαμηλά. Η εμβρυομεταφορά όλων των κατεψυγμένων εμβρύων μαζί δεν σημαίνει απαραίτητα και μεγαλύτερη πιθανότητα επιτυχίας σε σύγκριση με τη μεταφορά ενός νωπού εμβρύου τη φορά. Αντιθέτως, κάποια έμβρυα μπορεί να μην επιβιώσουν κατά τη διαδικασία της κατάψυξης και απόψυξης, με αποτέλεσμα την απώλεια εμβρύων και τη μάταια σωματική και οικονομική επιβάρυνση της γυναίκας. Στην Ευγονία, προτείνουμε την νωπή μεταφορά έστω και ενός εμβρύου, αποφεύγοντας την υποβολή στο στρες που προκαλεί η κατάψυξη.
Θεωρείται γενικώς αποδεκτό ότι ο αριθμός των ωαρίων που παράγονται από τις ωοθήκες μιας γυναίκας κατά τη φαρμακευτική διέγερση, συνδέεται με τα ποσοστά επιτυχίας κύησης. Μια μεγάλη μελέτη με πάνω 400,000 κύκλους εξωσωματικής γονιμοποίησης από τη Μεγάλη Βρετανία, δείχνει ότι γυναίκες με 15-20 ωάρια είχαν τις μεγαλύτερες πιθανότητες κύησης και γέννησης παιδιού.
Αντιθέτως, οι γυναίκες με πολυκυστικές ωοθήκες που υποβάλλονται σε εξωσωματική γονιμοποίηση φαίνεται ότι έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας κύησης εξαιτίας της παραγωγής μεγάλου αριθμού ωαρίων και, κατ' επέκταση, εμβρύων.
Ταυτόχρονα όμως, οι γυναίκες με πολυκυστικές ωοθήκες αποτελούν ομάδα υψηλού κινδύνου για την εμφάνιση του συνδρόμου υπερδιέγερσης των ωοθηκών (ΣΥΩ).
Σύγχρονα βιβλιογραφικά δεδομένα, μεταξύ των οποίων και μελέτη της ομάδας της Ευγονίας που είναι η μεγαλύτερη όσον αφορά γυναίκες με πολυκυστικές ωοθήκες, δείχνουν ότι το πρωτόκολλο επιλογής είναι αυτό των GnRH ανταγωνιστών.
Είναι γνωστό ότι η χρήση ανταγωνιστών σε σύγκριση με τους αγωνιστές (μακρύ πρωτόκολλο), συνδέεται με μικρότερη διάρκεια διέγερσης, μικρότερη κατανάλωση γοναδοτροπινών, ίδιο ποσοστό εγκυμοσύνης και χαμηλότερο κατά 50% κίνδυνο εμφάνισης σοβαρού συνδρόμου υπερδιέγερσης των ωοθηκών. Για τους παραπάνω λόγους, η χρήση πρωτοκόλλων ανταγωνιστών στην διέγερση των ωοθηκών σε γυναίκες με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών είναι επιβεβλημένη.
Σε περίπτωση που οι ωοθήκες υπεραντιδράσουν με κίνδυνο εμφάνισης ΣΥΩ, η επαγωγή της τελικής ωρίμανσης των ωαρίων πρέπει να γίνεται με χρήση αγωνιστών (Arvekap ή Buserelin) και όχι hCG (Pregnyl ή Ovitrelle),οπότε ο κίνδυνος εμφάνισης ΣΥΩ είναι μηδενικός. Η μεταφορά των εμβρύων που παράγονται γίνεται σε επόμενους κύκλους με ασφάλεια και αποτελεσματικότητα.
Η κατάψυξη ωαρίων προσφέρει σήμερα μια ρεαλιστική λύση σε γυναίκες που επιθυμούν να αναβάλουν την προσπάθεια τεκνοποίησης για το μέλλον, καθώς και σε περιπτώσεις πρόωρης ωοθηκικής ανεπάρκειας. Πρόσφατα, με την εξέλιξη της μεθόδου της υαλοποίησης (vitrification), η κατάψυξη των ωαρίων συνοδεύεται από υψηλά ποσοστά επιβίωσης, γονιμοποίησης, εμβρυικής ποιότητας και, ως αποτέλεσμα, υψηλότερα ποσοστά κύησης. Δείτε περισσότερα.
Ο κίνδυνος να αναπτυχθεί καρκίνος στην ωοθήκη, στη μήτρα ή στον μαστό είναι ακριβώς ο ίδιος με εκείνον του γενικού πληθυσμού, όπως δείχνουν όλες ανεξαιρέτως οι μεγάλες διεθνείς επιδημιολογικές μελέτες. Ο μαστός βέβαια πρέπει να ελέγχεται προσεκτικά, ιδιαίτερα στις γυναίκες που έχουν συμπληρώσει το 35ο έτος της ηλικίας τους. Δείτε περισσότερα εδώ
Η υστεροσκόπηση είναι εξαιρετικά χρήσιμη, αν και όχι υποχρεωτική πρίν την έναρξη μιας προσπάθειας εξωσωματικής. Με την υστεροσκόπηση ο ιατρός έχει τη δυνατότητα άμεσης επισκόπησης της κοιλότητας της μήτρας για ακριβή διάγνωση και αντιμετώπιση πιθανών παθολογικών καταστάσεων, όπως ύπαρξη πολύποδα, συμφύσεων, φλεγμονής, συγγενών ανωμαλιών κλπ.
Απόλυτες ενδείξεις υστεροσκόπησης πριν την εξωσωματική αποτελούν η ύπαρξη ευρήματος στην υστεροσαλπιγγογραφία ή το υπερηχογράφημα (συμφύσεις πολύποδας, ινομύωμα, προηγούμενες επεμβάσεις στην κοιλότητα της μήτρας.
Σε γυναίκες με χαμηλή απόκριση των ωοθηκών που πλησιάζουν την εμμηνόπαυση, η ορμόνη FSH είναι αυξημένη, υποδηλώνοντας μειωμένη ωοθηκική λειτουργία και χαμηλά αποθέματα. Προτείνεται από μερικούς να εξετάζεται η FSH σε κάθε κύκλο, αποσκοπώντας στον εντοπισμό του κύκλου με σχετικά χαμηλά επίπεδα FSH προκειμένου να ξεκινήσει μια προσπάθεια εξωσωματικής. Η πρακτική αυτή, όμως, έχει σαν αποτέλεσμα την αδικαιολόγητη καθυστέρηση της ένταξης μιας γυναίκας σε θεραπεία, ενώ είναι πιθανό να ξεκινήσει η εμμηνόπαυση περιμένοντας ένα κύκλο με χαμηλή FSH που ενδεχομένως να μην έρθει ποτέ.
Στην Ευγονία προτείνουμε την άμεση ένταξη αυτών των γυναικών σε πρόγραμμα εξωσωματικής, κερδίζοντας όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο για τη δυνατότητα επανάληψης της προσπάθειας σε περίπτωση αποτυχίας. Ούτως ή άλλως, τα ποσοστά κύησης σε αυτή την ομάδα γυναικών είναι πολύ χαμηλά, όμως έχουμε πετύχει κυήσεις που κατέληξαν σε γέννηση υγιών μωρών ακόμα και σε παρουσία πολύ υψηλών επιπέδων FSH.