Ωοληψία είναι η διαδικασία λήψης των ωαρίων από τις ωοθήκες. Γίνεται σε ειδική αίθουσα της Μονάδας υπό άσηπτες συνθήκες χειρουργείου, σε προγραμματισμένη ώρα, περίπου 35-36 ώρες μετά την τελευταία ένεση Ovitrelle).
Η ωοληψία διενεργείται από το γυναικολόγο διακολπικά, υπό συνεχή υπερηχογραφικό έλεγχο, ώστε να υπάρχει ακρίβεια στους χειρισμούς του. Τα ωοθυλάκια παρακεντώνται διαδοχικά μέσω μιας βελόνης, που διαπερνά το τοίχωμα του κόλπου.
Το περιεχόμενο του κάθε ωοθυλακίου αναρροφάται σε ειδικά σωληνάρια και παραδίδεται αμέσως στο εμβρυολογικό εργαστήριο. Ο εμβρυολόγος εντοπίζει τα ωάρια και τα τοποθετεί σε ειδικά μικρά δοχεία, που ονομάζονται τρυβλία, με καλλιεργητικό θρεπτικό υλικό.
Όλα τα χρησιμοποιούμενα υλικά έχουν ειδικές προδιαγραφές, ώστε να διασφαλίζεται ότι δεν είναι τοξικά για τους γαμέτες ή τα έμβρυα.
Εάν το ωάριο δεν έχει συλλεγεί, ο γυναικολόγος εφαρμόζει έκπλυση του ωοθυλακίου με ένα ισότονο διάλυμα (μία έως τρεις φορές, έως ότου αποκολληθεί το ωάριο). Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιούμε στην Ευγονία σήμερα βελόνη διπλού αυλού με ειδικό σύστημα σωληνώσεων που επιτρέπουν την έγχυση του ειδικού καλλιεργητικού μέσου έκπλυσης.
Για την αναρρόφηση του ωοθυλακικού υγρού το σύστημα βελόνης-σωληνώσεων καταλήγει σε ηλεκτρονική αναρροφητική αντλία με ψηφιακή ένδειξη της υποπίεσης που έχει επιλεγεί. Σημειωτέον ότι τα ωάρια είναι ευαίσθητα στην υποπίεση και η ρύθμιση της αντλίας σε καθορισμένα επιτρεπτά όρια είναι σημαντική.
Όπως προαναφέραμε το περιεχόμενο του κάθε ωοθυλακίου (ωοθυλακικό υγρό) μαζί με το ωάριο και με τα κοκκιώδη κύτταρα αναρροφάται σε ειδικά σωληνάρια και παραδίδεται στο εμβρυολογικό εργαστήριο.
Ο εμβρυολόγος εντοπίζει τα ωάρια, τα απομονώνει από το ωοθυλακικό υγρό και τα τοποθετεί σε ειδικά μικρά δοχεία, που ονομάζονται τρυβλία και περιέχουν ειδικό καλλιεργητικό θρεπτικό μέσον. Όλα τα χρησιμοποιούμενα υλικά υπακούουν σε αυστηρότατες ποιοτικές προδιαγραφές, προκειμένου να διασφαλίζεται η απουσία τοξικότητας για τους γαμέτες και τα έμβρυα.
Τα τρυβλία εν συνεχεία τοποθετούνται σε επωαστικό κλίβανο υπό τις κατάλληλες συνθήκες καλλιέργειας (σκοτάδι, θερμοκρασία 37ºC, ατμόσφαιρα 5% CO2, υγρασία 100%). Κατά κανόνα, σε κάθε τρυβλίο τοποθετούνται 1-4 ωάρια, ανάλογα με την τεχνική που εφαρμόζεται (υπάρχουν ορισμένες εργαστηριακές παραλλαγές της τεχνικής, οι οποίες όμως δεν επηρεάζουν τη συνέχεια των γεγονότων και γι' αυτό δεν περιγράφονται με λεπτομέρεια).
Ανάλογα με το πάχος, το μέγεθος και την πυκνότητα των κοκκιωδών στοιβάδων, οι εμβρυολόγοι είναι δυνατόν να εκτιμήσουν κατά προσέγγιση την ωριμότητα των ωαρίων.
Εκτός από την ωριμότητα των περιβλημάτων του, το ωάριο πρέπει να έχει ωριμάσει και ως προς το περιεχόμενο του πυρήνα του. Σε αντίθεση με τα άλλα κύτταρα του οργανισμού, τα ωάρια και τα σπερματοζωάρια περιέχουν το μισό αριθμό χρωμοσωμάτων (δηλαδή μόνο ένα αντίτυπο του κάθε χρωμοσώματος στον πυρήνα τους). Έτσι το ώριμο ωάριο περιέχει 22+Χ χρωμοσώματα, ενώ το σπερματοζωάριο είτε 22+Χ είτε 22+Υ. Όταν συνενωθούν με τη γονιμοποίηση, δημιουργείται και πάλι ένα κύτταρο με κανονική πυρηνική σύσταση, δηλαδή με δύο αντίτυπα του κάθε χρωμοσώματος. Ένα ωάριο που έχει ωριμάσει από χρωμοσωματική άποψη (πυρηνική ωρίμανση), έχει ουσιαστικά αποβάλει τη δεύτερη σειρά των χρωμοσωμάτων του με τη μορφή ενός μικρού κυττάρου, το οποίο βρίσκεται κι' αυτό κάτω από τη διαφανή ζώνη. Το κύτταρο αυτό ονομάζεται πολικό σωμάτιο. Συνεπώς, η παρουσία του πολικού σωματίου σημαίνει ότι το ωάριο είναι «πραγματικά» ώριμο.
Κατά την εφαρμογή της κλασσικής γονιμοποίησης (IVF), η παρουσία των κοκκιωδών κυττάρων γύρω από τη διαφανή ζώνη είναι απαραίτητη, γεγονός που δεν επιτρέπει να διακρίνουμε το πολικό σωμάτιο. Στην περίπτωση αυτή βασιζόμαστε κυρίως στη μορφολογική παρατήρηση των κοκκιωδών στοιβάδων μετά την ωοληψία. Αντίθετα, στη μέθοδο της μικρογονιμοποίησης (ICSI) είναι απαραίτητη η αφαίρεση των κοκκιωδών κυττάρων για τον εντοπισμό του πολικού σωματίου και το διαχωρισμό των ώριμων ωαρίων προς γονιμοποίηση, καθώς και για τη διευκόλυνση των χειρισμών του ωαρίου κατά τη διαδικασία της μικρογονιμοποίησης.