Οιστραδιόλη (Ε2 ή 17-β οιστραδιόλη)
Η οιστραδιόλη είναι μία ορμόνη που παράγεται κυρίως στις γονάδες (ωοθήκες και όρχεις) . Είναι το κυρίαρχο οιστρογόνο κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής ηλικίας στη γυναίκα. Η οιστραδιόλη παρατηρείται και στους άνδρες και παράγεται σαν ενεργό προϊόν μεταβολισμού της τεστοστερόνης. Τα επίπεδα της στους άνδρες είναι ανάλογα με εκείνα των μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών. Η οιστραδιόλη δεν έχει μόνο μια σημαντική επίδραση στην αναπαραγωγική και σεξουαλική λειτουργία αλλά έχει επίσης επίδραση και σε άλλα όργανα όπως είναι τα οστά. Κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής ηλικίας, το μεγαλύτερο ποσό της οιστραδιόλης στις γυναίκες παράγεται στα κοκκώδη κύτταρα των ωοθυλακίων στις ωοθήκες των γυναικών. Μικρότερα ποσά παράγονται στα επινεφρίδια και στους άνδρες παράγονται στους όρχεις.
Μέτρηση της οιστραδιόλης
Η μέτρηση της οιστραδιόλης στις γυναίκες αντανακλά τη δραστηριότητα των ωοθηκών. Επίσης η μέτρηση της οιστραδιόλης κατά τη διάρκεια της θεραπείας για υπογονιμότητα αντανακλά την ανάπτυξη του ωοθυλακίου και είναι πολύ χρήσιμη για την παρακολούθηση της θεραπείας. Όγκοι οι οποίοι παράγουν οιστρογόνα εμφανίζουν επίμονα υψηλές τιμές οιστραδιόλης και άλλων οιστρογόνων. Στην πρόωρη εφηβεία τα επίπεδα της οιστραδιόλης είναι αναντίστοιχα υψηλά. Η μέτρηση της τιμής της οιστραδιόλης σε συνδυασμό με τη μέτρηση της FSH την 2η με 3η ημέρα του κύκλου προσδιορίζουν τα ωοθηκικά αποθέματα της γυναίκας, διότι μια φυσιολογική FSH (<10) μπορεί να είναι φαινομενικά φυσιολογική αν η οιστραδιόλη είναι υψηλή (>60pg/ml).
Δείτε επίσης: Ωοθηκικές εφεδρείες
Προσδιορισμός καταβολών ωοθυλακίων
FSH (Follicle stimulation hormone)
Αντιμυλλέριος ορμόνη (antimullerian hormone – AMH)