Ο τραχηλικός παράγων συνδέεται σχεδόν αποκλειστικά με την ποιότητα της τραχηλικής βλέννας και τη συμπεριφορά της ως προς τα σπερματοζωάρια. Η τραχηλική βλέννα αποτελεί, ως γνωστόν, έκκριμα των αδένων του ενδοτραχήλου, με ποικίλη σύσταση και ρευστότητα.
Η σύσταση της τραχηλικής βλέννας αποτελεί φιλικό ή εχθρικό διάδρομο για τα σπερματοζωάρια και επιτρέπει τη διέλευση των σπερματοζωαρίων μόνο στη φάση της ωοθυλακιορρηξίας. Στις άλλες φάσεις του κύκλου, οι ορμονικές αλλαγές επιδρούν στη σύσταση της βλέννας, η οποία διαφοροποιείται και δεν επιτρέπει τη διέλευση των σπερματοζωαρίων.
Σε μερικές γυναίκες, υπάρχουν αντισπερματικά αντισώματα στη βλέννα του τραχήλου. Αυτά δημιουργούν συγκολλήσεις, οι οποίες ακινητοποιούν τα σπερματοζωάρια, τα οποία αδυνατούν έτσι να φθάσουν στην κοιλότητα της μήτρας, ακόμη και στη φάση της ωοθυλακιορρηξίας (γόνιμες ημέρες).
Η εχθρικότητα της τραχηλικής βλέννας αποτελεί το κύριο αίτιο υπογονιμότητας στο 9-15% των ζευγαριών. Ορισμένοι όμως αρνούνται ακόμη και την ύπαρξη αυτού του παράγοντα.
Ο κύριος τρόπος ελέγχου του τραχηλικού παράγοντα είναι η δοκιμασία μετά τη συνουσία (PCT, Postcoital test). Σπάνια κάποια εξέταση για τη διάγνωση της υπογονιμότητας έχει προκαλέσει τόσο έντονη διαμάχη όση η δοκιμασία μετά τη συνουσία (PCT, postcoital test). H αποτελεσματικότητα της PCT είναι απογοητευτική στην κλινική πρακτική και η προγνωστική της αξία θεωρείται από πολλούς περιορισμένη. Μπορεί όμως να μετατραπεί σε σημαντική εξέταση, αν διεξαχθεί στη σωστή χρονική στιγμή, η οποία προσδιορίζεται με σειρά υπερηχογραφημάτων και ορμονικών προσδιορισμών για προσδιορισμό της ωοθυλακιορρηξίας (δηλαδή, των γόνιμων ημερών). Η εκτίμηση της ωοθυλακιορρηξίας με βάση τον χρόνο που μεσολάβησε από την έμμηνο ρύση (π.χ. 14η ημέρα του κύκλου) είναι αυθαίρετη και δεν οριοθετεί πάντα τις γόνιμες ημέρες, ιδιαίτερα σε ανώμαλους κύκλους.
Η αρνητική PCT μπορεί να οφείλεται σε αδυναμία ολοκλήρωσης της σεξουαλικής επαφής, οπότε χρειάζεται ψυχολογική υποστήριξη, σε άστοχη χρονική στιγμή, οπότε χρειάζεται υπερηχογραφική καθοδήγηση, ή σε πτωχή ποιότητα σπέρματος. Η θετική PCT συνήθως σημαίνει επαρκή σεξουαλική επαφή, ορθή χρονική στιγμή, βλέννα υποδεκτική και ικανοποιητική ποιότητα σπέρματος. Συνήθως, ως θετική PCT θεωρείται η παρουσία ικανοποιητικού αριθμού κινητών σπερματοζωαρίων στη βλέννα 4-10 ώρες μετά την επαφή και ως αρνητική PCT η απουσία σπερματοζωαρίων με πρόσθια προωθητική κινητικότητα στη μεσοκυκλική τραχηλική βλέννα.
Πρακτικά, εάν στην PCT βρεθούν περισσότερα από 50 σπερματοζωάρια με πρόσθια προωθητική κινητικότητα ανά οπτικό πεδίο, στη μεσοκυκλική βλέννα, 9-24 ώρες μετά την επαφή, μπορούμε σχεδόν να αποκλείσουμε τον ανδρικό παράγοντα υπογονιμότητας.