Ένα από τα αναπτυσσόμενα ωοθυλάκια σε κάθε κύκλο ξεχωρίζει, συνεχίζει να αναπτύσσεται και καθίσταται «κυρίαρχο».
Από τη στιγμή της δημιουργίας του άντρου, μια ομάδα ωοθυλακίων, που είναι περισσότερο ώριμα από βιοχημικής πλευράς, αποκρίνεται καλύτερα στις γοναδοτροπίνες. Στην αρχή του γεννητικού κύκλου, ίσως και 1-2 ημέρες πριν το τέλος του προηγούμενου, παρατηρείται αύξηση της FSH για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Η αύξηση αυτή ονομάζεται «παράθυρο της FSH» και ωθεί μία ομάδα ωοθυλακίων σε πιο προχωρημένο στάδιο ανάπτυξης.
Συγκεκριμένα, σ’ αυτή τη φάση, στις ωοθήκες υπάρχουν αρκετά ωοθυλάκια διαμέτρου 2-5 mm περίπου, τα οποία στρατολογούνται. Η στρατολόγηση των ωοθυλακίων και η επιλογή του «κυρίαρχου» ωοθυλακίου εξαρτώνται αποκλειστικά από την FSH.
Σημειώνεται αρχικά η στεροειδογένεση ανδρογόνων (Δ4-Ανδροστενδιόνης, τεστοστερόνης) υπό την επίδραση της LH στα κύτταρα της θήκης και η αρωματοποίηση των ανδρογόνων σε οιστρογόνα από τα κοκκιώδη κύτταρα. Με τον τρόπο αυτό, τα παραγόμενα στη θήκη ανδρογόνα υφίστανται αρωματοποίηση προς οιστρογόνα από τα κοκκιώδη κύτταρα. Το ωοθυλάκιο που θα διαθέτει τα περισσότερα οιστρογόνα θα διαθέτει και τα περισσότερα κοκκιώδη κύτταρα και τους περισσότερους υποδοχείς FSH, οπότε θα κυριαρχήσει ανάμεσα στα τείνοντα προς ωρίμανση ωοθυλάκια. Το ωοθυλάκιο αυτό ονομάζεται κυρίαρχο ωοθυλάκιο.
Η επιλογή του ωοθυλακίου που θα φτάσει σε πλήρη ανάπτυξη και ωοθυλακιορρηξία γίνεται την 5η-7η ημέρα του κύκλου. Τα λιγότερο ανεπτυγμένα ωοθυλάκια υποστρέφουν και εκφυλίζονται, μετατρέπονται σε άτρητα και μεταναστεύουν στο στρώμα της ωοθήκης, όπου εξαφανίζονται. Ατρησία μπορεί να επέλθει σε οποιοδήποτε στάδιο της ανάπτυξης του ωοθυλακίου και είναι συνέπεια της επίδρασης διαφόρων αυτοκρινών και παρακρινών παραγόντων που τελικά οδηγούν το κύτταρο σε προγραμματισμένο θάνατο (διεργασία της απόπτωσης, που διαφέρει από τον παθολογικό κυτταρικό θάνατο, τη νέκρωση).
Κατά την παραγωγική φάση του κύκλου, το δευτερογενές ωοθυλάκιο που επικρατεί (κυρίαρχο) αυξάνει γρήγορα σε μέγεθος από 2 mm σε 20 mm. Αυτή η υπέρμετρη αύξηση του ωοθυλακίου οφείλεται κυρίως στη συσσώρευση ωοθυλακικού υγρού στην κοιλότητα του άντρου.
Η επιλογή του κυρίαρχου ωοθυλακίου από την ομάδα των δευτερογενών ωοθυλακίων που δέχονται την αυξημένη δράση της FSH δεν είναι ακριβώς γνωστή. Πιθανώς έχει σχέση αφ’ ενός με τον αυξημένο αριθμό υποδοχέων της FSH στα κοκκιώδη κύτταρα, τα οποία με αρωματοποιό σύστημα μετατρέπουν τα ανδρογόνα σε οιστρογόνα και αφ’ ετέρου με τη μεγαλύτερη ανάπτυξη της αγγειώσης της θήκης του ωοθυλακίου, η οποία έχει ως συνέπεια τη μεγαλύτερη προσαγωγή FSH στα κοκκιώδη κύτταρα. Ως γνωστόν, η θήκη παράγει ανδρογόνα υπό την επίδραση της LH. Στη διαδικασία επιλογής του κυρίαρχου ωοθυλακίου και της διάσωσής του από την ατρησία υπεισέρχεται και η επαρκής παραγωγή ενός αυξητικού παράγοντα που ομοιάζει με την ινσουλίνη (IGF-1). H FSH διεγείρει την παραγωγή ειδικών ενζύμων (πρωτεασών), οι οποίες διασπούν τις πρωτεΐνες που δεσμεύουν τον IGF-1, προλαμβάνοντας έτσι την απόπτωση.
Μετά την επιλογή του κυρίαρχου ωοθυλακίου την 5η-7η ημέρα του κύκλου, τα παραγόμενα οιστρογόνα προέρχονται από το κυρίαρχο ωοθυλάκιο. Η αύξηση των οιστρογόνων προκαλεί, μέσω αρνητικής παλίνδρομης αλληλορύθμισης (ανάδρασης), μείωση της έκκρισης των γοναδοτροπινών από την υπόφυση και έτσι η FSH ελαττώνεται. Με τη μείωση της FSH παύει η υποστήριξη των μικρότερων ωοθυλακίων, τα οποία θα καταστραφούν με τον μηχανισμό της ατρησίας. Το κυρίαρχο ωοθυλάκιο όμως, έχοντας περισσότερους υποδοχείς FSH, περισσότερα κοκκιώδη κύτταρα και αυξημένη αιμάτωση, εξελίσσεται έστω και με υποστήριξη από χαμηλά επίπεδα FSH. Τα κοκκιώδη κύτταρα διογκώνονται και παράγουν αυξημένες ποσότητες 17-β οιστραδιόλης που φθάνει στη μέγιστη συγκέντρωσή της 24-36 ώρες πριν την ωοθυλακιορρηξία. Παράλληλα, στο ωάριο, η διεργασία της μειωτικής διαίρεσης φθάνει προς το τέλος της.
Στη φάση αυτή, η FSH σε συνέργεια με τα οιστρογόνα προωθεί τη δημιουργία υποδοχέων LH στα κοκκιώδη κύτταρα, ενώ μέχρι τώρα οι υποδοχείς αυτοί υπήρχαν μόνο στα κύτταρα της θήκης.