Οι όρχεις
- Οι όρχεις
- Ινώδης χιτώνας
- Σπερματικά σωληνάρια
- Ρύθμιση λειτουργίας όρχεων
- Διάμεσα κύτταρα Leydig (ενδοκρινής μοίρα όρχεως)
Οι όρχεις
Οι όρχεις είναι οι γεννητικοί αδένες του άνδρα. Είναι όργανα με διπλή λειτουργία: η εξωκρινής λειτουργία είναι η παραγωγή σπερματοζωαρίων και η ενδοκρινής είναι η παραγωγή ανδρογόνων ορμονών και κυρίως τεστοστερόνης. Οι όρχεις είναι τυπικά δύο, έχουν σχήμα ωοειδές, διαστάσεις 4×2,5×2,5 cm και εντοπίζονται στο όσχεο. Το όσχεο αποτελείται από δέρμα και από τους χιτώνες του όρχεως. Η ανατομική θέση του οσχέου επιτρέπει τη διατήρηση χαμηλότερων θερμοκρασιών για τους όρχεις από τις αντίστοιχες του σώματος. Η θερμοκρασία των όρχεων σχετίζεται με τη σπερματογένεση και τη γονιμότητα. Το όσχεο περιλαμβάνει επίσης τις επιδιδυμίδες και τους σπερματικούς πόρους, ενώ οι όρχεις συγκρατούνται στο όσχεο από τους σπερματικούς τόνους, οι οποίοι περιέχουν τους σπερματικούς πόρους, αγγεία, νεύρα και τους κρεμαστηρίους μυς.
Η λειτουργία των όρχεων ρυθμίζεται από την υπόφυση και τον υποθάλαμο και υποβοηθείται από τους επικουρικούς γεννητικούς αδένες. Οι αδένες αυτοί είναι ο προστάτης, οι σπερματοδόχοι κύστεις, οι βολβοουρηθραίοι και οι ουρηθραίοι αδένες. Τα σπερματοζωάρια μετά την παραγωγή τους ακολουθούν την αποχετευτική οδό του σπέρματος, η οποία αποτελείται από τις επιδιδυμίδες, τους σπερματικούς πόρους, τις σπερματικές ληκύθους, τους εκσπερματικούς πόρους και την ουρήθρα.
Οι όρχεις αποτελούνται από τον ινώδη χιτώνα, τα σπερματικά σωληνάρια και τα διάμεσα κύτταρα του Leydig που παράγουν ανδρογόνα, κυρίως τεστοστερόνη.
Ινώδης χιτώνας
Ο ινώδης χιτώνας καλύπτει τον όρχι. Στο σημείο όπου ο όρχις συνδέεται με την επιδιδυμίδα, ο ινώδης χιτώνας γίνεται παχύτερος και σχηματίζει το μεσαύλιο, από το οποίο ινώδη διαφραγμάτια εισέρχονται στον όρχι και διαχωρίζουν το ορχικό παρέγχυμα σε 200-300 λόβια, μέσα στα οποία βρίσκονται τα σπερματικά σωληνάρια.
Σπερματικά σωληνάρια
Αποτελούν την εξωκρινή μοίρα του αδένα και είναι σωληνίσκοι μήκους 0,3-1,5 m και διαμέτρου 150-300 μm που διατάσσονται ανά 2 ή 3 μέσα στα ορχικά λόβια. Στους δύο όρχεις υπάρχουν συνολικά 400-900 σπερματικά σωληνάρια. Τα σπερματικά σωληνάρια αποτελούνται από τη βασική μεμβράνη, τα κύτταρα της σπερματογένεσης και τα στηρικτικά κύτταρα του Sertoli. Εκτός από την ανατομική στήριξη, η βασική μεμβράνη συμμετέχει και στη λειτουργικότητα του σπερματικού σωληναρίου: διαθέτει ικανότητα μεταβολισμού των στεροειδών και συμμετέχει, μαζί με τα κύτταρα του Sertoli, στον αιματοσωληναριακό φραγμό.
Τα κύτταρα της σπερματογένεσης είναι κυτταρικά στοιχεία των σπερματικών σωληναρίων που προέρχονται από αρχέγονα γεννητικά κύτταρα. Τα κύρια στάδια της κυτταρικής αυτής μετατροπής είναι: σπερματογόνια, σπερματοκύτταρα πρώτης τάξης, σπερματοκύτταρα δευτέρας τάξης, σπερματίδες και σπερματοζωάρια. Η διεργασία ωρίμανσης από το σπερματογόνιο στο ώριμο σπερματοζωάριο, ονομάζεται σπερματογένεση και διαρκεί περίπου 70±4 ημέρες.
Τα κύτταρα του Sertoli αποτελούν το κυρίως σώμα του σπερματικού σωληναρίου, περικλείουν τα κύτταρα της σπερματογένεσης, στηρίζονται στη βασική μεμβράνη και εκτείνονται μέχρι τον αυλό του σωληναρίου. Έχουν υποστηρικτικό ρόλο. Αμέσως μετά τη διαφοροποίησή τους, τα σπερματοζωάρια βρίσκονται στα σπερματικά σωληνάρια με την κεφαλή τους καθηλωμένη στα κύτταρα του Sertoli. Υπό την επίδραση της τεστοστερόνης, τα σπερματοζωάρια απελευθερώνονται στο αυλό των σπερματικών σωληναρίων. Οι αυλοί των διαφόρων σπερματικών σωληναρίων συμβάλλουν στο ορχικό δίκτυο (ή δίκτυο του Haller), το οποίο παροχετεύεται σε έναν ενιαίο περιελιγμένο σωλήνα, την επιδιδυμίδα, όπου αποθηκεύονται τα σπερματοζωάρια. Από το άκρο της επιδιδυμίδας αρχίζει η αποχετευτική οδός των σπερματοζωαρίων, η οποία καταλήγει στο έξω στόμιο της ουρήθρας.
Ρύθμιση λειτουργίας όρχεων
Η υπόφυση ρυθμίζει τη λειτουργία των όρχεων, όπως και των ωοθηκών, μέσω της έκκρισης των γοναδοτροπινών. Η σπουδαιότητα της FSH παραμένει αδιευκρίνιστη: θεωρείται ότι η ορμόνη αυτή διεγείρει τη σπερματογένεση μέσω ειδικών υποδοχέων της που υπάρχουν στα κύτταρα του Sertoli, όχι όμως πέραν του σταδίου των σπερματοκυττάρων πρώτης τάξης.
Η ολοκλήρωση της σπερματογένεσης απαιτεί τεστοστερόνη, η οποία εκκρίνεται από τα κύτταρα του Leydig. Η LH επιδρά στα διάμεσα κύτταρα του Leydig και προκαλεί την έκκριση ανδρογόνων, ιδίως τεστοστερόνης.
Η έκκριση FSH και LH από την υπόφυση ρυθμίζεται από την υποθαλαμική ορμόνη GnRH. Υπάρχει δηλαδή και στον άνδρα ένας ορμονικός άξονας υποθάλαμος – υπόφυση – όρχεις, ο οποίος ρυθμίζεται με μηχανισμό παλίνδρομης αλληλορύθμισης (αναδραστικό): τα υψηλά επίπεδα τεστοστερόνης έχουν ανασταλτική επίδραση στον υποθάλαμο και τελικά στην έκκριση FSH και LH από την υπόφυση.
Διάμεσα κύτταρα Leydig (ενδοκρινής μοίρα όρχεως)
Όπως προαναφέρθηκε, εκτός από τη σπερματογένεση που συντελείται στα σπερματικά σωληνάρια, ο όρχις ως ενδοκρινής αδένας παράγει ανδρογόνα. Η παραγωγή των ανδρογόνων γίνεται από κύτταρα του Leydig που βρίσκονται στον διάμεσο συνδετικό ιστό του όρχεως, ανάμεσα σε αγγεία και νεύρα. Ο συνολικός όγκος των πολυεδρικών αυτών κυττάρων καταλαμβάνει το 3% του όρχεως. Η τεστοστερόνη είναι το ανδρογόνο του όρχεως με τον πιο σπουδαίο ρόλο, ενώ πιο περιορισμένος είναι ο ρόλος της ανδροστενδιόνης. Οι όρχεις παράγουν και μικρή ποσότητα οιστρογόνων (όπως και οι ωοθήκες παράγουν μικρές ποσότητες ανδρογόνων).
Οι κύριες δράσεις των ανδρογόνων συνοψίζονται στη διέγερση της σπερματογένεσης, στην εμφάνιση των δευτερογενών χαρακτηριστικών του φύλου (που αρχίζει με την ήβη), στην έναρξη της ήβης, στη διέγερση της ανάπτυξης του ανδρικού αναπαραγωγικού συστήματος, στην αρνητική ανάδραση επί της έκκρισης LH, στη διέγερση της πρωτεϊνικής σύνθεσης για ανάπτυξη του σκελετού, καθώς και στην επίδραση στη σεξουαλική και στην επιθετική συμπεριφορά.