Είναι μια σπάνια πάθηση που συνδέεται με δευτεροπαθή υπογονιμότητα. Έχουν αναφερθεί λιγότερα από διακόσια περιστατικά στη διεθνή βιβλιογραφία και συχνά η διάγνωσή της μπορεί να διαφύγει.
Η πρώτη παρατήρηση έγινε από τον Γερμανό παθολογοανατόμο Mayer (1901) ο οποίος παρατήρησε την παρουσία οστού (οστίτη ιστού) στην μήτρα. Ακολούθησαν ανακοινώσεις από τους Thaler H. (1923), De Brul et al., (1956), Frydman R. και Hamou J. (1985,1991), Edwards R.G. (1985), Acharya et al., (1993). Σχετική ανακοίνωση μας δημοσιεύτηκε σε διεθνές επιστημονικό περιοδικό (Osseous Metaplasia: Case report and review, T. Lainas et al., Fertility and Sterility, Vol. 82, No 5, November 2004, 1433-1435).
Για την ερμηνεία της πάθησης έχουν αναπτυχθεί δύο υποθέσεις. Η πρώτη αφορά την πλειοψηφία των περιστατικών και δέχεται ότι η οστική μετάπλαση προέρχεται από οστέινα εμβρυϊκά υπολείμματα που παρέμειναν στην κοιλότητα της μήτρας μετά από διακοπή κυήσεως μεγαλύτερης των τριών μηνών.
Η δεύτερη υπόθεση αντιπροσωπεύει πραγματική οστική μετάπλαση παρόμοια με αυτή που ακολουθεί η ασβεστοποίηση ινομυωμάτων και παρατηρείται σε γυναίκες που δεν έχουν ιστορικό κυήσεως.
Η πάθηση είναι συνήθως ασυμπτωματική. Μπορεί να προκαλεί μητρορραγία, πυελικό πόνο, δυσμηνόρροια κ.λπ.
Στο κολπικό υπερηχογράφημα εμφανίζει εικόνα ενδομητρικού αντισυλληπτικού σπειράματος (σπιράλ).
Η υστεροσκοπική της εμφάνιση είναι χαρακτηριστική ομοιάζουσα με επίπεδο κοράλλι.
Η αφαίρεση του οστέινου πετάλου γίνεται συνήθως με την αγκύλη του ηλεκτρομυοτόμου (resectoscope). Μπορεί να γίνει με υστεροσκοπικό ψαλίδι και λαβίδα συλλήψεως.
Η ιστολογική εξέταση μετά την αφαλάτωση του ογκιδίου ανευρίσκει οστίτη ιστό.
Σκόπιμη είναι η επανεκτίμηση της κοιλότητας της μήτρας μετά δίμηνο με υστεροσκόπηση.
Μετά την αφαίρεση του οστέινου πετάλου η γονιμότητα αποκαθίσταται εάν δεν υπάρχει και άλλος παράγων υπογονιμότητας.